Η ιστορία του αυτισμού ξεκινά από το 1938, από τον Αυστριακό παιδίατρο HansAsperger που έδωσε το όνομα του στον αυτισμό. Ο Asperger προσπάθησε να διαχωρίσει κάπως τα πράγματα, καθώς όλα τα παιδιά που ήταν στην κλινική του και είχαν αυτισμό θα εξοντώνονταν από τους Ναζί. Στην προσπάθεια του να σώσει τα παιδιά χώρισε τον αυτισμό ανάλογα με την λειτουργικότητα. Έτσι προέκυψε η έννοια «αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας» και «αυτισμός χαμηλής λειτουργικότητας». Παρ’ ότι ο Silberman στο βιβλίο του, αποφεύγει να χρησιμοποιεί τους παραπάνω όρους γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε «μπορεί και οι δύο όροι να βγουν εκτός βάσης», επαινεί τον Asperger για το θάρρος του να μιλήσει για αυτό το θέμα μπροστά στους Ναζί. Τονίζει ότι ο διαχωρισμός αυτός δεν του αρέσει γιατί πολλά από τα άτομα που ταξινομούνται χαμηλά στην λειτουργικότητα, συχνά δείχνουν να έχουν ταλέντα και δεξιότητες που δεν είναι προφανείς.

Στο βιβλίο του ο Silberman υπογραμμίζει ότι πρέπει η κοινωνία να σταματήσει να ασχολείται με τις αιτίες που προκαλούν τον αυτισμό και να επικεντρωθεί στο πως θα βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους που έχουν αυτισμό. Ο Asperger είπε ότι ο αυτισμός είναι μία πάθηση που διαρκεί για μια ζωή και παρουσιάζει μια ποικιλία στην κλινική του εικόνα. Ο αυτισμός, λοιπόν, είναι μία νευρο-αναπτυξιακή διαταραχή που χαρακτηρίζεται από εξασθενημένη κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία . Δεν εντάσσεται στις ψυχιατρικές νόσους  αλλά στις Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές. Τα άτομα στο φάσμα του Αυτισμού χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενη και στερεότυπη συμπεριφορά, δυσκολία σε κοινωνική αλληλεπίδραση-επικοινωνία και πολλές φορές παρατηρείται υπερευαισθησία σε διάφορους τομείς.

Σε ότι αφορά την κίνηση εμφανίζεται δυσπραξία, διαταραχές συντονισμού, ισορροπίας και χωρικής αντίληψης με αποτέλεσμα να υπάρχει καθυστέρηση στα κινητικά ορόσημα και στις λειτουργικές δεξιότητες. Με βάση την αρθρογραφία η κίνηση μπορεί να βελτιώσει την φυσική κατάσταση των παιδιών με αυτισμό, βελτιώνει την βάδιση τους και τους δίνει ευκαιρίες για επικοινωνία ενώ μειώνει τις αυτοδιεγερτικές συμπεριφορές, το άγχος και την υπερκινητικότητα. Μια έρευνα του Atun-Einy απέδειξε ότι η πρώιμη φυσικοθεραπευτική παρέμβαση βελτίωσε τις δεξιότητες επικοινωνίας, τις ακαδημαϊκές και κοινωνικές δεξιότητες καθώς επίσης και τις αισθητηριακές διαταραχές. Η Φυσικοθεραπεία, επίσης, μπορεί να μειώσει τον δείκτη μάζα σώματος και παράλληλα να βελτιώσει την φυσική κατάσταση των παιδιών με αυτισμό. Άλλες έρευνες ασχολήθηκαν με την ισορροπία των παιδιών με αυτισμό και κατέληξαν ότι οι ασκήσεις ισορροπίας (ειδικά όσες γίνονται με κλειστά μάτια) βελτιώνουν την ισορροπία και τον έλεγχο κορμού. Τέλος, μια έρευνα του 2006 κατέληξε ότι οι χειρουργικές επεμβάσεις, το γυψάρισμα και τα ορθωτικά μπορεί να έχουν θετική επίδραση στην βάδιση των παιδιών.

Επομένως, με βάση όλα τα παραπάνω κατανοούμε ότι η φυσικοθεραπεία και η εργοθεραπεία είναι άκρως απαραίτητες θεραπείες στην πρόοδο των παιδιών με αυτισμό. Ένα πλάνο φυσικοθεραπείας θα πρέπει να  περιλαμβάνει ασκήσεις ενδυνάμωσης κορμού, διατάσεις (κυρίως στα κάτω άκρα), ασκήσεις ισορροπίας και οπτικοκινητικού συντονισμού καθώς και εκμάθηση συνθέτων δραστηριοτήτων. Η εργοθεραπεία φροντίζει το παιδί  μέσω του παιχνιδιού  να αναπτύξει βλεμματική επαφή, να ανταποκρίνεται στο όνομά του  αλλά και να βελτιώσει το χρόνο συγκέντρωσής του. Το ίδιο σημαντικό είναι να εκτελεί εντολές και να μπορέσει μέσω των δραστηριοτήτων να οριοθετηθεί . Στόχος της εργοθεραπείας είναι το παιδί να αυτονομηθεί και να βελτιωθεί στο μέγιστο η λειτουργικότητα του. Να τονιστεί πως η πρώιμη θεραπευτική παρέμβαση είναι πολύ σημαντική.